Κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την αποτυχία της κυβέρνησης να εφαρμόσει μέτρα ενεργειακής εξοικονόμησης στο δημόσιο, θέτει με ερώτησή του προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Μιχάλης Κατρίνης.
Ο Ηλείος βουλευτής επισημαίνει, ότι το 2022 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εξήγγειλε με πανηγυρικό τρόπο μέτρα που είχαν ως στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στο δημόσιο κατά 10%, τη δημιουργία ειδικής πλατφόρμας για την παρακολούθηση της εφαρμογής αυτών των μέτρων και δράσεων, καθώς και τη δυνατότητα επιβράβευσης των φορέων του δημοσίου που θα πετύχαιναν τους στόχους.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Μιχάλη Κατρίνη, η κυβέρνηση δεν δημοσιοποίησε ποτέ τα αποτελέσματα από την εφαρμογή αυτής της απόφασης, ούτε υπήρξαν ποτέ ανακοινώσεις για τυχόν επιβραβεύσεις φορέων που έπιασαν τους στόχους τους. Αντί γι’ αυτό, με πρόσφατη απόφασή της τροποποίησε τον στόχο μείωσης της κατανάλωσης από 10% σε 3%, κατάργησε πολλά από τα μέτρα που είχαν αποφασιστεί και διέγραψε τη διάταξη για την επιβράβευση των φορέων.
Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ζητά από τον αρμόδιο Υπουργό να ενημερώσει τη βουλή και τους Έλληνες πολίτες για τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού που αφορούν τις ενεργειακές ανάγκες των δημοσίων κτηρίων και να δώσει στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της εφαρμογής της αρχικής απόφασης. Ζητά μάλιστα να κατατεθεί στη βουλή πλήρης κατάλογος των φορέων, με τα στοιχεία κατανάλωσης και επιτεύξεων στόχων για τα έτη 2022 και 2023.
Παράλληλα, καλεί την κυβέρνηση να δώσει εξηγήσεις για τη μείωση του στόχου και την απαλοιφή των μέτρων που αποφασίστηκαν το 2022 και να αναφέρει με ποιο τρόπο παρακολουθείται σήμερα η αποτελεσματικότητα των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας.
Όπως τονίζει, στη σύγχρονη εποχή, οι ενεργειακές προκλήσεις αποτελούν έναν από τους πλέον κρίσιμους τομείς που καλούνται να διαχειριστούν οι κυβερνήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ανάγκη για ενεργειακή απόδοση και η μείωση της σπατάλης ενέργειας αποτελούν ζητήματα μεγάλης δημοσιονομικής, οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής σημασίας. Στο πλαίσιο αυτό, ο δημόσιος τομέας καλείται να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο, όχι μόνο διασφαλίζοντας την ενεργειακή ασφάλεια, αλλά και υιοθετώντας πρακτικές που θα οδηγήσουν σε συνετή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων.
Δυστυχώς όμως, όπως αναφέρει, τόσο η απουσία διαφάνειας και λογοδοσίας μέχρι σήμερα, όσο και η οπισθοχώρηση σε σχέση με τους αρχικούς στόχους, δημιουργούν πολλά ερωτηματικά, με δεδομένο ότι το κόστος τελικά της αποτυχίας στην εφαρμογή τέτοιων μέτρων θα έχει αντίκτυπο τόσο στον προϋπολογισμό, όσο και στο περιβάλλον.
199