ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Η πιστοποίηση προσόντων είναι η διαδικασία που κατατάσσει και αναγνωρίζει, δεξιότητες, ικανότητες, γνώσεις και στάσεις των πολιτών που τις κατέχουν, που είτε μέσω τυπικής, μη τυπικής ή άτυπης διαδικασίας εκπαίδευσης. ‘Εχει να κάνει με το επίπεδο σπουδών και επαγγελματικών δικαιωμάτων, που μέσω της πιστοποίησης αυτής δημιουργούνται δικαιώματα στην αγορά εργασίας αλλά στην εκπαίδευση. Επομένως η πιστοποίηση προσόντων οργανώνει τους πολίτες και πληροφορεί επιχειρήσεις, το Κράτος και γενικά την κοινωνία ως προς το επίπεδο μόρφωσης σε συγκεκριμένο θέμα, του πολίτη που έχει αποκτήσει, μέσω της συγκεκριμένης διαδικασίας την αντίστοιχη πιστοποίηση.

Απ’ την άλλη μεριά, οι εκπαιδευτικές δομές, οι δράσεις και οι πολιτικές εκπαίδευσης σε επίπεδο ΟΤΑ, Κρατικών υπηρεσιών, Δημόσιων Οργανισμών, Ιδιωτικών επιχειρήσεων, συνδικάτων και άλλων φορέων εκπαίδευσης και κατάρτισης, έχουν έναν συγκεκριμένο ορίζοντα για να οργάνώσουν το περιεχόμενο της προσφοράς εκπαίδευσή τους σε σχέση με το επίπεδο προσόντων που θέλουν να προσφέρουν. Ακόμα και οι πολίτες μπορούν να επιλέξουν πλέον, ανάλογα με τις ανάγκες τους, το επίπεδο προσόντων και αντίστοιχα τον φορέα εκπαίδευσης για να πετύχουν εργασιακά σε επίπεδο θα προσπαθήσουν να κατέχουν γνώσεις.

Η πιστοποίηση προσόντων, όσον αφορά τη διαδικασία που ακολουθείται για να αναγνωριστούν οι αντίστοιχες μαθησιακές ικανότητες, εξαρτάται από το επίπεδο που συζητάμε και μπορεί να ακολουθηθεί είτε διαδικασία εξετάσεων είτε κατάθεση ειδικών εγγράφων πιστοποίησης επίσημων φορέων εκπαίδευσης, οι οποίοι είναι επίσημα πιστοποιημένοι για τους αποφοίτούς του, για το συγκεκριμένο επίπεδο. Επομένως η πιστοποίηση προσόντων υποβοηθά και το Κράτος να οργανώνει καλύτερα, και να προστατεύει αποτελεσματικότερα την αγορά της Εκπαίδευση στη χώρα. Ως απόρροια των παραπάνω θεωρούμε από μόνο καλό κάνει στην παρεχόμενη ποιότητα αγαθών προς τους πολίτες μίας χώρας η πιστοποίηση προσόντων. Φυσικά, μεταξύ άλλων παραγόντων, η πιστοποίηση προσόντων αξιολογεί τους επαγγελματίες, τους παραγωγούς, το προσωπικό των επιχειρήσεων αλλά και του Κράτους ως προς αν έχουν τα κατάλληλα προσόντα αφενός να παρέχουν αντίστοιχες υπηρεσίες απ’ αυθείας στο Καταναλωτικό κοινό (Ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί αλλά και Δικηγόροι, Μηχανικοί κλπ) είτε μέσω εταιριών και Δημοσίων Οργανισμών προς τους πολίτες. Αυτό έχει ως συνέπεια να υπάρχει οργανωμένο σύστημα να μπαίνει ο κατάλληλος άνθρώπος στην κατάλληλη θέση ή τουλάχιστον με τα ελάχιστα επαρκή προσόντα. Άρα το αποτέλεσμα των παραγωγικών συντελεστών, προϊόντα και υπηρεσίες, θα παράγονται από πιστοποιημένους επαγγελματίες, με έλεγχο και αξιολόγηση, επομένως η ποιότητα των εξερχομένων μιας επιχείρησης θα είναι πιο ποιοτικά από έναν οργανισμό που δεν γνωρίζουμε ποιους ανθρώπους χρησιμοποιεί για τις θέσεις ευθύνης στην παραγωγή των αγαθών προς τους καταναλωτές.

To εργαλείο που χρησιμοποιεί η Ελλάδα για να κατατάσσει δεξιοτήτες και γνώσεις είναι το ECVET (European Credit System for Vocational Education and training), δηλαδή το “Ευρωπαϊκό Σύστημα Πιστωτικών μονάδων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης”. Μ’ αυτό το σύστημα κατατάσσονται οι πολίτες που παρακολουθούν εκπαιδευτικές δομές του τυπικού συστήματος Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, του μη τυπικού συστήματος, είτε όταν αποφοιτούν από τη δομή είτε όταν μετά την αποφοίτηση οδηγούνται σε πιστοποίηση εξετάσεων, καθώς και αναγνώρισης γνώσεων με διαδικασία πιστοποίησης από την μη τυπική εκπαίδευση και αυτομόρφωση. Σε κάθε φορέα και δομή που ακολουθεί το ECVET έχει οργανώσει την παρεχόμενη γνώση σε μονάδες ECVET έτσι ώστε αφενός να μπορεί ο πολίτης να μεταφέρει τις γνώσεις του σε άλλη δομή εκπαίδευσης, είτε αθροιστικά ως φορέας να πιστοποιείται οτι “πιάνει” το όριο του επιπέδου μάθησης που έχει το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο Προσόντων έχει κατατάξει σε 8 επίπεδα τα επίπεδα προσόντων ανάλογα με τον φορέα αποφοίτησης και τις γνώσεις μέσω ECVET μετά την διαδικασία πιστοποίησης. Έτσι τα επίπεδα προσόντων είναι: Τα 3 πρώτα είναι επίπεδα που αποφούν την υποχρεωτική εκπαίδευση των πολιτών και το 4 απολυτήριο Λυκείων και ΕΠΑΛ . Το επίπεδο 5 αναφέρεται σε δομές κατάρτισης ΙΕΚ αρχικής και συνεχοζόμενης Ενώ τα επίπεδα 6, 7, και 8 είναι τα αντίστοιχα επίπεδα της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Απόφοιτοι Πανεπιστημίων, απόκτηση master και απόκτηση Διδακτορικού αντίστοιχα.) Υπάρχουν όμως και δεξιότητες, όπως η εκπαίδευση Γλώσσας ή η γνώση Τεχνολογίας και Πληροφορικής που πιστοποιείται με απόκτηση γνώσεων σε ECVET και αναγνωρίζεται σε οργανισμούς προσλήψεων, όπως το ΑΕΠ.

Η αρχική επαγγελματική Κατάρτιση αναφέρεται στις διαδικασίες εκπαίδευσης ενός πολίτη που μαθαίνει στις πρώτες γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες ενός επαγγέλματος. Οι γνώσεις του είναι εξειδικευμένες, θεωρητικές ή πρακτικές σε ένα πεδίο εργασίας και σπουδής. Η Αρχική επαγγελματική Κατάρτιση οδηγεί στην αγορά εργασίας με αυξημένα προσόντα σε σχέση με έναν απόφοιτο Γενικού Λυκείου ή ΕΠΑΛ αφού έχει πιο εξειδικευμένες γνώσεις σε ένα αντικείμενο από ότι οι γενικές γνώσεις του κατώτερου επιπέδου του Λυκείου. Η Συνεχιζόμενη Επαγγελματική Κατάρτιση αναφέρεται σε συνεχή και οργανωμένη επανακατάρτιση ενός πολίτη σε ίδιο αντικείμενο μάθησης ή διευρυνόμενη γνώση του αντικειμένου που θα του δώσει περισσότερα προσόντα και πιο πολλές δυνατότητες στην αγορά εργασίας. Η συνεχιζόμενη μάθηση αναφέρεται και σε θέματα που υποστηρίζουν υφιστάμενες γνώσεις αλλά και συμπληρωματικές ή άλλες θεωρητικές που ολοκληρώνουν την προσωπικότητα του ατόμου και συνεχίζουν σε όλη του τη ζωή να τις έχει ανάγκη είτε ως προσωπικό του θέμα είτε ως εργασιακή ανάγκη για να παραμένει ανταγωνιστικός ως επαγγελματίας. Η αρχική επαγγελματική κατάρτιση είναι φορέας της τα Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.) ιδιωτικά ή Δημόσια, ενώ η Συνεχιζόμενη Κατάρτιση είναι τα Κέντρα Εκμάθησης Ενηλίκων (Κ.Ε.Κ.) μερικά προγράμματα των Ι.Ε.Κ. και τα Κέντρα Δια βίου μάθησης των Ο.Τ.Α. ή και ιδιωτικοί φορείς εκπαίδευσης.

Λόγω των αλλαγών στο σημερινό οικονομικό σύστημα (ψηφιακή επανάσταση, έντονος ανταγωνισμός επιχειρήσεων και οργανισμός, μείωση Κοινωνικών δαπανών και Κοινωνικού Κράτους, προσφυγικές ροές-ακόμα περισσότερο ανειδίκευτο προσωπικό, οικονομική Κρίση, Υγειονομική Κρίση κλπ) οι εργαζόμενοι χρειάζεται να έχουν συνεχή εκπαιδευση και κατάρτιση της νέας τεχνολογίας και των όποιων δυνατοτήτων νέων γνώσεων και ίσως ικανοτήτων αλλαγής επαγγελματικού προσανατολισμού για να καταφέρουν να πετύχουν να παραμείνουν στην εργασίας τους (εργασιακή ανασφάλεια) είτε να πετύχουν κάτι καλύτερο (πράγμα λίγο δύσκολο στη σημερινή εποχή των ανισοτήτων). Οι νέοι που μπαίνουν σε μία τέτοια αγορά εργασίας δεν έχουν πολλές πιθανότητες σταδιοδρομίας εκτός αν έχουν αυξημένα προσόντα ή προσόντα υπερεξειδικευμένα, ειδικά στις νέες τεχνολογίες, επομένως μπορούν να κερδίσουν το προβάδισμα στη γενιά τους ή από τις παλιότερες γενιές που θεωρούνται μη – γραμματισμένες με τις νέες ψηφιακές γνώσεις. Αν υπάρχει ένα εκτεταμένο και οργανωμένο και να έχει σχέση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας Εκπαιδευτικό Σύστημα στη χώρα, τώρα μπορεί να έχει τις δυνατότητες επιλογής και εκπαίδευσης οι νέοι μας και να μπορέσουν να βρουν τουλάχιστον εργασία. Αυτό θα είναι αβαντάζ για τους νέους μας, αρκεί η κατάρτιση να συνδέεται άμεσα με τη θέση εργασίας και τις επιχειρήσεις ιδιωτικές ή Δημόσιες. Αν είναι συνδεδεμένη η Εκπαίδευση, η Κατάρτιση και η Αγορά τότε το αποτέλεσμα για τους νέους θα είναι καλό. Επίσης οι δομές ευρέσεως εργασίας ή ο ΟΑΕΔ αν είναι ένα συμπαγές πλαίσιο εργασίας και όχι μόνο απασχολησιμότητας τότε ναι οι δομές Κατάρτισης μπορούν να βοηθήσουν στους νέους για μόνιμες και καλοπληρωμένες θέσεις.

Α.Χ.

Related posts

Απόστολος Λιώσης: Το Πρωτοδικείο Αμαλιάδας και η Ηλεία

Η μεγάλη συγχώνευση

Οι καλλιτεχνικές ανησυχίες του Ανδρέα Παπαδάκου.