Σημεία από τηλεοπτικές συνεντεύξεις του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου και Τομεάρχη Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Διονύση Καλαματιανού.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών στη χώρα μας, ανέφερε:
«Είναι δεδομένο ότι ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών ήταν η κυβέρνηση και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης. Ένα εκατομμύριο πολίτες, αποδοκίμασαν την κυβερνητική πολιτική, κυρίως για τα θέματα της ακρίβειας και της αισχροκέρδειας.
Σε ότι αφορά εμάς, καταρχάς είχαμε θέσει ως στόχο να μειωθεί η ψαλίδα μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος. Ήταν κάτι που εν μέρει επιτεύχθηκε, όμως είναι ξεκάθαρο πως αυτό δεν μας αρκεί. Είχαμε -και έχουμε- στόχο, να ανοίξουμε τον δρόμο για την προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου, για την εναλλακτική διακυβέρνηση απέναντι στις πολιτικές της ΝΔ, ώστε να ανασάνει η κοινωνική πλειοψηφία. Επομένως, χρειάζεται να υπάρξει σωστή αποτίμηση του αποτελέσματος, να δούμε τι κάναμε σωστά και τι πήγε λάθος. Βεβαίως, πρέπει να εξετάσουμε τις συνθήκες προγραμματικής σύγκλησης μεταξύ των προοδευτικών δυνάμεων και την προοπτική να υπάρξει κοινός βηματισμός.
Αυτός είναι ο στόχος, αυτή είναι η ιστορική μας ευθύνη προοδευτικής διακυβέρνησης, για να εξυπηρετήσουμε τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας και τις ανάγκες των πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ από το παρελθόν είχε λογική και κουλτούρα συνεργασιών της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς. Θυμίζω πως ο Αλέξης Τσίπρας το 2022, είχε απευθυνθεί με τις προτάσεις μας στις άλλες προοδευτικές δυνάμεις, που δυστυχώς τις απέρριψαν τότε. Εμείς, είμαστε πάντα έτοιμοι να συνδιαλεχθούμε και να συνεργαστούμε, γιατί πρέπει να αποτραπεί η προοπτική μιας νέας κυβέρνησης ΝΔ και Μητσοτάκη.»
Σχετικά με τη μεγάλη αποχή που καταγράφηκε, σημείωσε:
«Πρέπει να απευθυνθούμε στον κόσμο που απείχε, γιατί είναι τεράστιο το ποσοστό της αποχής. Αποτελεί έλλειψη εμπιστοσύνης και θα πρέπει να στραφούμε στους πολίτες -κυρίως στη νέα γενιά- και να τους πείσουμε ότι υπάρχει πολιτική εναλλακτική πρόταση, υλοποιήσιμη και αποτελεσματική. Χρειάζεται να τους εμπνεύσουμε και να γίνουμε ξανά ελκυστικοί. Θέλουμε ισχυρή τη δημοκρατία μας, γιατί όταν δεν συμμετέχει ο πολίτης στην εκλογική διαδικασία, τότε αυτή οδηγείται σε απίσχναση. Επιδιώκουμε, λοιπόν, τη συμμετοχή, με ενεργούς πολίτες, για να συνδιαμορφώσουμε το μέλλον.»
Για την ανησυχητική άνοδο της ακροδεξιάς, επισήμανε:
«Ουσιαστικά, την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, την προκαλεί το γεγονός ότι οι συντηρητικές, κυρίως, κυβερνήσεις των χωρών μελών, αλλά και η συντηρητική πλειοψηφία της Ε.Ε. αποτυγχάνουν να δώσουν πειστικές απαντήσεις σε συνθήκες κρίσης. Αδυνατούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά, μείζονα κοινωνικά ζητήματα, όπως τη φτωχοποίηση και την ανεργία, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την ανασφάλεια, την υποβάθμιση και τα προβλήματα της δημόσιας υγείας. Δυστυχώς, αυτά τα φαινόμενα πυροδοτούν τον ατομισμό και την απόρριψη συνολικά του πολιτικού συστήματος, έχοντας ως συνέπεια την άνοδο της ακροδεξιάς. Βεβαίως και η άνοδος της αποχής συνδέεται άμεσα με όλα τα παραπάνω.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση, χρειάζεται να ασκηθούν πολιτικές που θα στηρίζουν τους Ευρωπαίους πολίτες, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων. Πρέπει να καταπολεμηθεί η ανεργία, να αυξηθούν οι μισθοί, να ενισχυθούν τα εργασιακά δικαιώματα, να στηριχθεί η δημόσια υγεία και παιδεία, και να προστατευθεί το κράτος δικαίου και η δημοκρατία. Αποτελεί, λοιπόν, ευθύνη των προοδευτικών δυνάμεων να εστιάσουν σε αυτά τα κρίσιμα ζητήματα, να δώσουμε λύσεις, κάνοντας παράλληλα διακριτό ότι η ψήφος στην ακροδεξιά δεν είναι αντισυστημική ψήφος.»
241