Την τελευταία της πνοή σε ηλικία μόλις 56 ετών άφησε η Ιρλανδή τραγουδίστρια Σινέντ Ο’ Κόνορ.
Σημαντικό ρόλο στην ψυχική της κατάπτωση έπαιξε ο χαμός του γιού της έναν χρόνο πριν, οταν αυτοκτόνησε τον Ιανουάριο του 2022. Ο γιός της βρισκόταν στο νοσοκομείο υπο επιτήρηση και κατάφερε να διαφύγει. Έδινε μεγάλη μάχη με ναρκωτικά.
Σε όλη την μουσική της καριέρα ήταν ειλικρινής για το πνευματικό της ταξίδι, τις κοινωνικοπολιτικές της απόψεις, τον ακτιβισμό, τα τραύματά της και τους αγώνες της με την ψυχική υγεία.
Σε μια διαρκής πνευματική αναζήτηση η μουσικός το 1999 χειροτονήθηκε ιερέας από τη Λατινική Τριδεντική Εκκλησία, μια αίρεση που δεν αναγνωρίζεται από την κύρια Καθολική Εκκλησία. Μίλησε με συνέπεια για θέματα σχετικά με την κακοποίηση παιδιών, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον αντιρατσισμό, την οργανωμένη θρησκεία και τα δικαιώματα των γυναικών. Το 2017, η Ο’ Κόνορ άλλαξε το όνομά της σε Magda Davitt. Αφού ασπάστηκε το Ισλάμ το 2018, το άλλαξε σε Shuhada’ Sadaqat. Ωστόσο, συνέχισε να ηχογραφεί και να εμφανίζεται με το βιολογικό της όνομα.
Η Σινέντ Ο’ Κόνορ γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1966 στο Γκλέναγκερι του Δουβλίνου. Ονομάστηκε Σινέντ από την Σινέντ ντε Βαλέρα, τη μητέρα του γιατρού που προήδρευε του τοκετού, Éamon de Valera, και Μπερναντέτ προς τιμήν της Αγίας Μπερναντέτ της Λούρδης. Ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας. Τα αδέλφια της ήταν ο μυθιστοριογράφος Joseph, η Eimear, ο John και ο Eoin.
Οι γονείς της ήταν ο Τζον Όλιβερ «Σον» Ο’ Κόνορ, μηχανικός δομικών κατασκευών που αργότερα έγινε δικηγόρος, και η Γιοχάννα Μαρί Ο’ Γκράντι (1939-1985), οι οποίοι παντρεύτηκαν στην Εκκλησία της Παναγίας στο Δουβλίνο το 1960. Χώρισαν όταν η Σινέντ ήταν 8 ετών. Αυτή και τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια της μεγάλωσαν με τη μητέρα τους η οποία, σύμφωνα με μαρτυρίες της Σινέντ, τους κακοποιούσε σωματικά. Το τραγούδι της Fire on Babylon αναφέρεται στις επιπτώσεις της δικής της κακοποίησης αλλά και όλων των κακοποιημένων παιδιών.
Ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ εξέφρασε μέσω ανάρτησής του στην πλατφόρμα X (πρώην Twitter) τη θλίψη του για τον χαμό της Σινέντ Ο’ Κόνορ, υπογραμμίζοντας πως «η μουσική της αγαπήθηκε σε όλον τον κόσμο και το ταλέντο της ήταν απαράμιλλο». «Συλλυπητήρια στην οικογένειά της, στους φίλους της και σε όλους όσοι αγάπησαν τη μουσική της», αναφέρει ο ιρλανδός πρωθυπουργός.
Εκτός απο το μουσικό της ταλέντο, αξέχαστη και η μέρα που η Sinead O’Connor έσκισε τη φωτογραφία του Πάπα σε ζωντανή μετάδοση.
Tις αρχές της δεκαετίας του ’90, η Sinéad O’Connor ήταν τόσο διάσημη που το ξυρισμένο κεφάλι και τα δάκρυά της στο διαρκές κοντινό πλάνο στο βίντεο του “Nothing Compares 2 U” έμοιαζαν εγγεγραμμένα στη συλλογική μνήμη. Αν θυμάται κανείς δύο πράγματα γι’ αυτήν, είναι αυτό το βίντεο και η βραδιά που σε ζωντανή μετάδοση κοίταξε κατάματα την κάμερα του “Saturday Night Live” και έσκισε μια φωτογραφία του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’ σαν ένδειξη διαμαρτυρίας για τις κακοποιήσεις μέσα στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας.
Ας θυμηθούμε εκείνη τη βραδιά και ας προσπαθήσουμε να την εξηγήσουμε βάσει των όσων έχουν γραφτεί σε ξένα δημοσιεύματα…
Με τα πράσινα μάτια της να λάμπουν από αποφασιστικότητα, η Sinéad O’Connor κοιτάζει τις κάμερες στο στούντιο του Saturday Night Live – στα υπόγεια του Rockefeller Centre στο Μανχάταν – και κρατάει μια φωτογραφία μπροστά στο πρόσωπό της.
Κανείς γύρω της δε σχολιάζει κάτι. Η φωτογραφία απεικονίζει ένα παιδί του δρόμου της Βραζιλίας που πυροβολήθηκε από την αστυνομία. Είναι 3 Οκτωβρίου 1992 και η Ο’ Κόνορ κάνει πρόβα τη διασκευή της στο “War” του Μπομπ Μάρλεϊ για την εμφάνισή της στην επιτυχημένη τηλεοπτική εκπομπή.
Ωστόσο, η φωτογραφία του παιδιού είναι απλώς ένας αντιπερισπασμός. Γιατί η κίνησή της θα είναι τελείως διαφορετική όταν θα βγει στον αέρα. “Τραγουδάω το ‘War‘ a cappella. Κανείς δεν υποψιάζεται τίποτα”, θυμάται η Sinead O’Connor στα απομνημονεύματά της του 2021, Rememberings.
“Αλλά στο τέλος, δεν κρατάω την εικόνα του παιδιού. Κρατάω τη φωτογραφία του Ιωάννη Παύλου του Β’ και μετά τη σκίζω σε κομμάτια. Φωνάζω, “Πολεμήστε τον πραγματικό εχθρό!”. Τα λόγια της αιωρούνταν στον αέρα καθώς έσβηνε τα κεριά που ήταν τοποθετημένα σε ένα τραπέζι στο πλάι.
Το NBC απέκλεισε την O’Connor από τα προγράμματά του για όλη της τη ζωή. Έξω από το στούντιο, εκείνη τη νύχτα, περαστικοί της πέταξαν μέχρι και αυγά.
Σε μια συναυλία αφιέρωμα στον Bob Dylan στο Madison Square Garden δύο εβδομάδες αργότερα, την αποδοκίμασαν. Αρκετοί ωστόσο ήταν και οι υποστηρικτές της. Εν μέσω γιουχαισμάτων, εκεί, τραγούδησε ξανά το “War” (το κεντρικό τραγούδι από τον δίσκο διασκευών που είχε κυκλοφορήσει τότε, Am I Not Your Girl?).
“Until the colour of a man’s skin is of no more significance than the colour of his eyes/Me say war,””, τραγουδούσε με τη φωνή της να σπάει.
“Οι μισοί [από αυτούς] γιουχάρουν, οι μισοί [από αυτούς] ζητωκραυγάζουν. Είναι ο πιο παράξενος θόρυβος που έχω ακούσει ποτέ στη ζωή μου”, εξηγεί η O’Connor στο “Nothing Compares”, το ντοκιμαντέρ της Κάθριν Φέργκιουσον για τη ζωή της O’Connor. “Όλο αυτό με έκανε να θέλω να ξεράσω”.
Δύο χρόνια νωρίτερα, είχε τύχει εντελώς διαφορετικής υποδοχής στην Αμερική. Είχε φτάσει στην κορυφή των αμερικανικών charts με το “Nothing Compares 2 U”, την αφιλτράριστη διασκευή της σε ένα σκοτεινό κομμάτι του Prince. Στο βίντεο, έκλαιγε στη μνήμη της μακαρίτισσας μητέρας της, η οποία πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα το 1985.
ΜΗΠΩΣ Ο “ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΕΧΘΡΟΣ” ΗΤΑΝ Η ΒΙΑΙΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ Ο ΠΑΠΑΣ;
Η Sinead γεννημένη το 1966, είχε μεγαλώσει σε μια Ιρλανδία όπου οι γυναίκες παρέμεναν στο περιθώριο. Ο καθολικισμός είχε φτάσει στην αποθέωσή του το 1979, όταν ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ έγινε ο πρώτος Πάπας στην ιστορία που επισκέφθηκε τη χώρα. Η O’Connor, η οποία ήταν 13 ετών τότε, θυμόταν πολύ καλά τη μαζική έκρηξη συγκίνησης. Το ταξίδι του Πάπα ήταν κάτι αντίστοιχο της Ιρλανδίας με τη Βρετανία και τον θάνατο της Νταϊάνα.
Η μητέρα της, Marie O’Connor, ήταν η “έμπνευση” για τη διαμαρτυρία της στο Saturday Night Live. Είχε μια τραυματική σχέση μαζί της. Την “χτυπούσε και την κλωτσούσε” όταν ήταν παιδί. “Η μητέρα μου ήταν μια πολύ βίαιη. Καθόλου υγιής γυναίκα“, αναφέρει στο βιβλίο “Nothing Compares”. “Η αιτία της δικής μου κακοποίησης ήταν η επίδραση της Εκκλησίας σε αυτή τη χώρα και στη μητέρα μου. Πέρασα όλη μου την παιδική ηλικία ξυλοκοπούμενη εξαιτίας των κοινωνικών συνθηκών κάτω από τις οποίες μεγάλωσε η μητέρα μου. Θα παρομοίαζα την Ιρλανδία με ένα κακοποιημένο παιδί” .
Η Marie πέθανε όταν το αυτοκίνητό της γλίστρησε σε μαύρο πάγο και συγκρούστηκε με λεωφορείο σε ένα προάστιο κοντά στο σπίτι όπου μεγάλωσε η κόρη της στο νότιο Δουβλίνο. Ήταν 45 ετών και πήγαινε με το αυτοκίνητο στη λειτουργία.
Η O’Connor αφαίρεσε μόνο δύο αντικείμενα από το σπίτι της: ένα βιβλίο μαγειρικής και εκείνο το πορτρέτο του Ιωάννη Παύλου Β’. “Κατέβασα από τον τοίχο του υπνοδωματίου της τη μοναδική φωτογραφία που είχε ποτέ εκεί πάνω”, έγραψε στο βιβλίο της. “Ήταν μία φωτογραφία του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’ που είχε τραβηχτεί όταν επισκέφθηκε την Ιρλανδία το 1979″.
Τη νύχτα της εκπομπής, η O’Connor είχε φτάσει στο Rockefeller Centre σε μπερδεμένη ψυχική κατάσταση.
“Φέρνω τη φωτογραφία στο στούντιο του NBC και την κρύβω στο καμαρίνι. Στην πρόβα, όταν τελειώνω να τραγουδάω το ‘War’ του Bob Marley, κρατάω ψηλά τη φωτογραφία ενός Βραζιλιάνου παιδιού του δρόμου που σκοτώθηκε από αστυνομικούς”, έγραψε. “Ζητώ από τον εικονολήπτη να ζουμάρει στη φωτογραφία κατά τη διάρκεια του πραγματικού σόου. Δεν του λέω τι έχω στο μυαλό μου για αργότερα. Όλοι είναι ευχαριστημένοι. Ένα νεκρό παιδί μακριά δεν είναι πρόβλημα κανενός”.
Μετά ήρθε η ώρα της σόου. Βγήκε με ένα δαντελένιο λευκό φόρεμα που κάποτε ανήκε στην τραγουδίστρια Sade. Πρώτα ερμήνευσε το “Success Has Made A Failure of Her Home” που είχε μεγάλη επιτυχία.
Στη συνέχεια, ήρθε η ώρα για το “War” – και το σκίσιμο της εικόνας του Πάπα. “Επικρατούσε απόλυτη σιωπή στο κοινό”, είπε για την αντίδραση. “Και όταν περπατάω στα παρασκήνια, κυριολεκτικά δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος στον ορίζοντα. Όλες οι πόρτες έχουν κλείσει. Όλοι έχουν εξαφανιστεί. Συμπεριλαμβανομένου του μάνατζέρ μου, ο οποίος κλειδώθηκε στο δωμάτιό του για τρεις ημέρες και βγάζει από την πρίζα το τηλέφωνό του”.
POPE-GATE : ΙΕΡΟΣ ΤΡΟΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ, ΕΜΠΝΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΡΛΑΝΔΙΑ
Όποια και αν ήταν τα κίνητρά της, η Αμερική σκανδαλίστηκε. “Ιερός τρόμος!” ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της New York Daily News. Ακόμα και η Μαντόνα την επέκρινε. “Νομίζω ότι υπάρχει καλύτερος τρόπος να παρουσιάσει τις ιδέες της αντί να σκίζει μια εικόνα που σημαίνει πολλά για άλλους ανθρώπους”, είπε.
Ήταν σαν όλοι να έψαχναν μια δικαιολογία για να στραφούν εναντίον τηςO’Connor. Είχε ήδη προκληθεί αναστάτωση τον Αύγουστο του 1990 όταν αρνήθηκε να επιτρέψει να παιχτεί ο εθνικός ύμνος των ΗΠΑ πριν από τη συναυλία της στο Νιου Τζέρσεϊ. Είχε προχωρήσει στο μποϊκοτάζ των Grammy του 1991 σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τους πολέμους της Αμερικής στη Μέση Ανατολή και προέτρεψε τους συναδέλφους της καλλιτέχνες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της.
Πίσω στην Ιρλανδία, η αντίδραση ήταν πιο υποτονική. Ένας λόγος ήταν ότι τα πλάνα της O’Connor δεν είχαν προβληθεί ευρέως. Το Saturday Night Live είχε αμελητέο πολιτιστικό αποτύπωμα στη χώρα τότε, καθώς το ίντερνετ δεν ήταν ευρέως διαδεδομένο. Το σκάνδαλο ήρθε και πέρασε σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητο. Υπήρχε όμως και ένας δεύτερος παράγοντας. Η κοινή γνώμη στην Ιρλανδία στρεφόταν αργά, αλλά αμείλικτα εναντίον της Καθολικής Εκκλησίας. Η O’Connor, αντί να προκαλέσει τους ανθρώπους στην πατρίδα του, είχε “αξιοποιήσει” μια θύελλα οργής που θα ακολουθούσε σύντομα μια ολόκληρη χώρα.
Στην Αμερική, η Καθολική Εκκλησία εξακολουθούσε να χαίρει μεγάλου σεβασμού. Αυτό άλλαξε 10 χρόνια αργότερα, το 2002, με τις αποκαλύψεις της Boston Globe για τη συγκάλυψη της κακοποίησης από κληρικούς στη Νέα Αγγλία. Αργά αλλά σταθερά, υπήρξε μια αργή “απελευθέρωση” από τα δεσμά της Καθολικής Εκκλησίας.
ΠΑΡΟΛΟ ΠΟΥ Η O’CONNOR ΔΙΚΑΙΩΝΟΤΑΝ ΤΕΛΙΚΑ, ΤΗ ΘΕΩΡΟΥΣΑΝ ΑΝΙΣΟΡΡΟΠΗ.
“Το γεγονός ότι είχε δίκιο να σκίσει την εικόνα του Πάπα και να εκθέσει τη σκληρή πραγματικότητα των όσων συνέβαιναν πίσω από τις κλειστές πόρτες ήταν κακό για εκείνη. Θεωρήθηκε τρελή και απρόβλεπτη, προκαλώντας το τέλος της καριέρας της”, λέει η Linda Coogan Byrne, δημοσιογράφος που έχει ερευνήσει τις ανισότητες μεταξύ των φύλων στις λίστες αναπαραγωγής του ραδιοφώνου στην Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. “Η O’Connor έγινε μια συχνά αντικείμενο παρωδίας στη λαϊκή κουλτούρα. Κάθε φορά που μιλούσε, τη χλεύαζαν. Οι γυναίκες που έχουν κάτι να πουν, θεωρούνται πάντα κάτι επικίνδυνο”.
Το Pope-gate ήταν το τέλος της Ο’Κόνορ ως εμπορική δύναμη στην Αμερική. Ποτέ ξανά δεν εμφανίστηκε στα charts ούτε εμφανίστηκε σε τηλεοπτικές εκπομπές υψηλής τηλεθέασης. Αλλά στην Ιρλανδία, ενέπνευσε μια γενιά γυναικών καλλιτεχνών που είχαν επιτέλους κάποιον να θαυμάσουν – τραγουδίστριες όπως η Dolores O’Riordan των Cranberries και η Róisín Murphy που, όπως η O’Connor, αρνήθηκαν να αφήσουν τη βιομηχανία να τους πει τι μπορούσαν ή δεν μπορούσαν να κάνουν.
Η O’Connor έβλεπε τον εαυτό της ως μια πανκ που τραγουδούσε διαμαρτυρόμενη. Όταν ανέβηκε στην κορυφή των ποπ charts, παγιδεύτηκε. “Τα μέσα ενημέρωσης με εμφάνιζαν ως τρελή επειδή δεν συμπεριφερόμουν όπως έπρεπε να συμπεριφέρεται μια ποπ σταρ”, ισχυριζόταν. “Μου φαίνεται ότι το να είσαι ποπ σταρ είναι σχεδόν σαν να βρίσκεσαι σε ένα είδος φυλακής. Πρέπει να είσαι καλό κορίτσι”. Και αυτό δεν είναι απλά η Sinead O’Connor.
Ήταν περήφανη για τις πράξεις της. “Πολλοί άνθρωποι λένε ή πιστεύουν ότι το σκίσιμο της φωτογραφίας του Πάπα εκτροχίασε την καριέρα μου”, έγραψε στα απομνημονεύματά της. “Δεν αισθάνομαι έτσι γι’ αυτό. Αισθάνομαι ότι το να έχω έναν Νο1 δίσκο εκτροχίασε την καριέρα μου και το ότι έσκισα τη φωτογραφία με έβαλε ξανά στο σωστό δρόμο…”.
ΜΙΑ ΖΩΗ ΓΕΜΑΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ
Από τότε η ζωή της είναι γεμάτη τραγωδίες. Έδινε μάχη με τις ψυχικές ασθένειες. Αν και η αιτία του θανάτου της δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα, σύμφωνα με τη DailyMail, είναι γνωστό πως η κατάστασή της χειροτέρεψε μετά την αυτοκτονία του 17χρονου γιου της, Σέιν, πριν από ενάμιση χρόνο.
Μία εβδομάδα μετά τον θάνατό του, η τραγουδίστρια νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο, προσπαθώντας να ελέγξει την κατάσταση της ψυχικής της υγείας.
Κάποια tweet που ανέβασε, προτού τα σβήσει στη συνέχεια, μαρτυρούν πως οδηγήθηκε εκεί, καθώς είχε αυτοκτονικές τάσεις. «Δεν έχει νόημα να ζω χωρίς αυτόν. Ό,τι αγγίζω, το καταστρέφω, έμενα μόνο για εκείνον και τώρα εκείνος έφυγε. Κατέστρεψα την οικογένειά μου. Τα παιδιά μου δεν θέλουν να με ξέρουν πλέον», έγραψε χαρακτηριστικά ενώ λίγη ώρα αργότερα, κατευθύνθηκε στο νοσοκομείο.
Στη συνέχεια, πρόσθεσε: «Συγγνώμη που σας αναστάτωσα όλους. Είμαι χαμένη χωρίς το παιδί μου και μισώ τον εαυτό μου. Το νοσοκομείο θα βοηθήσει για λίγο, αλλά θα βρω τον Σέιν. Αυτή είναι απλώς μία καθυστέρηση».
Έναν μήνα αργότερα, η ανακοίνωσε πως αποσύρεται από τη μουσική βιομηχανία, καθώς δεν έβρισκε όπως έλεγε, νόημα σε τίποτα. Με μία δημοσίευσή της στο Twitter, η τραγουδίστρια ενημέρωσε το κοινό της πως δεν θα τη δει ποτέ ξανά να τραγουδάει. «Απλά για να σας ενημερώσω, οι υπαινιγμοί για πιθανές εμφανίσεις μου φέτος ή τον επόμενο χρόνο ή γενικά καποια στιγμή είναι λανθασμένοι. Δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά κάτι, για το οποίο θα τραγουδήσω», έγραψε η Σινέντ Ο’ Κόνορ.
Φυσικά αξέχαστη ήταν και η αγάπη της για την ιστορία της χώρας της, όπου πλαισίωσε με την μοναδική φωνή της παραδοσιακά- ιστορικά κομμάτια της Ιρλανδίας.
Το επαναστατικό Foggy Dew
Και τον παραδοσιακό θρύλο της Molly Malone
Επιμέλεια: Μαρία Πετρουτσά
Πηγες: https://www.news247.gr/https://el.wikipedia.org/