Η συμμετοχή των πολιτών είναι αναγκαία παράμετρος για την αποτελεσματικότητα της Πολιτικής Υγείας και την ενίσχυση της Δημοκρατικότητας στο Κράτος και στις αντίστοιχες Πολιτικές του. Η Ελλάδα έχει και στα δύο (02) θέματα (αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα πόρων και Δημοκρατία και συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων) πρόβλημα ειδικά όταν συγκρίνεται με τα άλλα κράτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Κράτη της ζώνης του Ευρώ.
Η Πολιτική Υγείας συνίσταται στο σχεδιασμό όλων των πολιτικών Υγείας στην Ελλάδα (για το φάρμακο, την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, την Διοίκηση των Μονάδων Υγείας ΕΣΥ, την κοινωνική Υγεία κλπ). Ο οραματισμός ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός για να έχει αποτελεσματικότητα, δηλαδή ο βαθμός επίτευξης των στόχων της πολιτικής Υγείας, εξαρτάται πάρα πολύ από το βαθμό αξιολόγησης και ελέγχου από τους παρόχους Υγείας στη χώρα που είναι οι ασθενείς ή γενικά τους πολίτες που είναι εν δυνάμει ασθενείς ή νιώθουν τις επιπτώσεις από έναν οικείο του που είναι ασθενής (για παράδειγμα οικογενειακός δεσμός). Οι Πολιτικές Υγείας για να βελτιώνονται συνεχώς πρέπει να υπάρχει ανατροφοδότηση από τη βάση και να επιλύονται διάφορα προβλήματα στο βαθμό των επιτρεπόμενων δαπανών και των εναλλακτικών λύσεων. Επίσης για να έχουμε οικονομίες κλίμακος και να πετυχαίνουμε Δημοσιονομικούς στόχους, θα πρέπει να αξιολογείται η εκάστοτε Πολιτική Υγείας που συνιστά στόχευση προς μία κατεύθυνση. Για παράδειγμα η περιστολή της δαπάνης φαρμάκου που ήταν κεντρική πολιτική θέση στην Υγεία τα προηγούμενα χρόνια – και έγινε περιστολή δαπάνης φαρμάκου – πόσο επηρέασε την αύξηση δαπανών στη Νοσηλεία ή στην ιδιωτική κατανάλωση άλλων θεραπειών, στις επισκέψεις Ιατρών κλπ.
Η παραπάνω κατεύθυνση περί αποτελεσματικότητας των Πολιτικών Υγείας μπορεί να ενισχυθεί και να υλοποιηθεί με τη συμμετοχή των Πολιτών στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων. Οι ασθενείς – πολίτες σε πολλές χώρες, όπως και στην Ελλάδα έχουν δημιουργήσει Σωματεία. Ιδρύματα. Μη κερδοσκοπικές Οργανώσεις. Ενώσεις προσώπων, ομάδες πίεσης, σε τοπικό, περιφερειακό ή και εθνικό επίπεδο που προσπαθούν να πιέσουν τις πολιτικές αποφάσεις προς τους επιμέρους στόχους της κάθε κοινότητας ανθενών. Τρανό παράδειγμα η “πίεση” που ασκήθηκε να εγκριθεί γρήγορα ένα φάρμακο για την Κυστική Ίνωση, όταν ο ασθενής είχε να επιλέξει σε μεταμόσχευση πνευμονιού στην Αυστρία. Ο ασθενής πέτυχε τη γρήγορη έγκριση από την τότε πολιτική ηγεσία και άνοιξε το δρόνο σε άλλους ασθενείς της ίδιας νόσου να Ιαθούν χωρίς τα υπέρογκα ποσά που χρειαζόταν η μεταμόσχευση. Επομένως η πίεση των ασθενών, η ενεργός συμμετοχή στα κοινά και στις πολιτικές αποφάσεις, μπορεί να παίξουν αποφασιστικό ρόλο στην “αλλαγή” μίας πολιτικής που ίσως από άγνοια ή από σκόπιμη θέση, έχει ακολουθηθεί ένας δρόμος που είναι αναποτελεσματικός, αντιαποδοτικός και τελικά επιβαρύνει τους πολίτες – ασθενείς από τον δικό τους οικογενειακό προϋπολογισμό.
Ξέχωρα από το οικονομικό ή διοικητικό όφελος της υιοθέτησης μίας Πολιτικής Υγείας με συμμετοχή των πολιτών, υπάρχει και κάτι πιο “βαθύ” και πιο ισχυρό στις σημερινές μας Δημοκρατίες, όπως στην Ελλάδα. Δεν μπορεί ο πολίτης να θεωρείται οτι συμμετέχει κάθε τέσσερα (04) χρόνια στη διαδικασία ανάδειξης της Βουλής και να πιστεύεται οτι είναι ενεργός πολίτης, οτι συμμετέχει στα κοινά, ενημερώνεται επαρκώς ή πιέζει, στα πλαίσια πάντα της νομιμότητας, στην πολιτική πλευρά που πιστεύει τα κοινωνικά και πολιτικά προτάγματα. Ο πολίτης πρέπει να είναι ενεργός καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του συμμετέχοντας οργανωμένα και συντονισμένα σε όλες τις δομές διαμόρφωσης πολιτικής και σε πολλά Διοικητικά όργανα Διαβούλευσης, διαπραγμάτευσης, Κοινωνικού διαλόγου ή και εκτελεστικά όργανα Διοίκησης, από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης μέχρι τα σχολεία και την Υγεία. Με τη συμμετοχή του ο πολίτης, αισθάνεται χρήσιμος, αισθάνεται κοινωνός των αποφάσεων, μπορεί να επηρεάζει το κοινωνικό περιβάλλον που ζει και να συνδιαμορφώνει το μέλλον του μαζί με τους υπόλοιπους πολίτες. Αυτό είναι ανεκτίμητο στην σημερινή κοινωνία της ανασφάλειας και του χάσματος μεταξύ των ανθρώπων που λαμβάνουν αποφάσεις και των ανθρώπων που δεν έχουν δύναμη, δεν εργάζονται και δεν τους λαμβάνει κανείς υπόψη. Αυτό το συναίσθημα του “κανείς δεν με ρώτησε”, “κανείς δεν λαμβάνει υπόψη του τις ανάγκες και τις επιθυμίες μου”, είναι πολλαπλασιαστές κοινωνικών ακραίων γεγονότων που έχουμε δει στις μέρες μας πολλά τέτοια, ειδικά σε αναπτυγμένες δημοκρατίες.
Ο Ασθενής και ο πολίτης μπορεί να συμμετέχει αφενός βοηθώντας την πολιτική ηγεσία να παίρνει σωστές αποφάσεις, να ελέγχει τις αποφάσεις, αλλά και να νιώθει οτι συμμετέχει στις δημοκρατικές διαδικασίες ενός Κράτος Δημοκρατικού στην ουσία. Η ενδυμάνωση του ασθενή μέσα από τις διαδικασίες διαμόρφωσης και υλοποίησης των πολιτικών αποφάσεων θα του δώσει και τα απαραίτητα εφόδια ελέγχου της εξουσίας και διαμόρφωσης κουλτούρας διαλόγου με τους ειδικούς της Υγείας, που συμπεριφέρονται ως μοναδικοί κάτοχοι της γνώσης της Υγείας. Φαινόμενα διαφθοράς ή διασπάθισης δημοσίου χρήματος θα ήταν ακόμα πιο δύσκολο να γίνει σε τέτοια έκταση με την συμμετοχή όλων και περισσότερων πολιτών στις διαδικασίες προμηθειών, διαγωνισμών επιλογής τεχνολογίας Υγείας κλπ.
Οι πολίτες μπορούν να συμμετέχουν σε όλα τα στάδια Πολιτικής Υγείας, από τη συμμετοχή στη διαμόρφωση, με διαβούλευση, με κοινωνικό διάλογο, είτε σε ομάδες εργασίας στο Υπουργείο Υγείας, είτε στις Βουλευτικές διαδικασίες διαλόγου. Αν η Ελλάδα έιχε ακόμα πιο οργανωμένο και στοχευμένο στόχο τη συμμετοχή των πολιτών στις Πολιτικές Υγείας, θα μπορούσαν οι πολίτες να συμμετέχουν σε Διοικητικά Συμβούλια Οργανισμών, (Νοσοκομεία, Δομές Υγείας, ομάδες Υγείας, Επιτελικούς Οργανισμούς) είτε ως εκπρόσωποι των συλλόγων τους είτε ως πολίτες της περιοχής που είναι η χωροταξική αρμοδιότητα του Φορέα, είτε ως απλός πολίτης με κλήρωση, όπως γινόταν στην αρχαία Ελλάδα για την Εκκλησία του Δήμου. Επίσης ο εκάστοτε Υπουργός ή γενικά η πολιτική ηγεσία θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει ένα θεσμικό πλαίσιο που για οποιαδήποτε πρωτοβουλία που αφορά συγκεκριμένες παθήσεις να έχει ουσιαστικό ρόλο και όχι μόνο συμβουλευτικό, η αντίστοιχη ομάδα ενδιαφέροντος, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τα συμπεράσματα του αντίστοιχου συλλόγου. Έχει φανεί σε μερικά παραδείγματα συμμετοχής πολιτών ότι επικρατεί η “κομματική” ταυτότητα ή οι αρμοδιότητες είναι ελάχιστες ή τελικά δεν λαμβάνεται η άποψή του από τους ειδικούς της Υγείας. Γι’ αυτό το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να είναι στοχευμένο και συγκεκριμένο όσον αφορά το εύρος της συμμετοχής των πολιτών και των ουσιαστικών αρμοδιοτήτων του.
Δυστυχώς το σύστημα στην Ελλάδα είναι Ιατροκεντρικό. Αυτό σημαίνει οτι όλες οι μεγάλες και σοβαρές πολιτικές αποφάσεις παίρνονται από τα σωματεία των Ιατρούς ή από Ιατρούς που είναι πολιτικοί ή τελικά στη βάση ο Γιατρός είναι κυρίαρχος και δεν τον ακουμπάει καμία μεταρρυθμιστική ατζέντα από την κορυφή. Πρέπει να περάσουμε επειγόντως στο ασθενοκεντρικό και πολιτοκεντρικό σύστημα αποφάσεων. Δηλαδή στο επίκεντρο των πολιτικών Υγείας να είναι ο Ασθενής και ο Πολίτης και οχι ο επαγγελματίας Υγείας. Το μεγάλο εμπόδιο είναι η κυρίαρχη θέση τωω Ιατρών στο Ελληνικό Σύστημα Υγείας. Ακόμα μεγάλο πρόβλημα είναι η κομματικοποίηση των Διοικητικών και εκτελεστικών οργάνων, που φτάνουν μέχρι και στην κομματικοποίηση των εκπροσώπων των πολιτών στα Δ.Σ. των Νοσοκομείων. Αυτή η κομματικοποίηση έχει αντικαταστήσει την Δημοκρατικοποίηση και διώχνει τις φωνές που θέλουν να λύσουν το πρόβλημα ανεξάρτητα αν αποδυαμώνει ή ενισχύει κάποιο κόμμα. Επίσης άλλο ένα εμπόδιο είναι οτι το θεσμικό πλαίσιο λειτουργεί αποσπασματικά και απαξιωτικά για οποιαδήποτε ενέργεια πολιτών ή ασθενών. Χρειάζεται ουσιαστική αλλαγή θεσμικού πλαισίου. Τέλος η γενικότερη αντίληψη της αυθεντίας των “ειδικών” που στερεί στους πάσχοντες και στους ασθενείς να μοιραστούν την εμπειρία και τα διδάγματα ζωής που έχουν από την επαφή με το Σύστημα Υγείας της Ελλάδας.
Α.Χ.